Eίναι φορές που σχεδόν σε ξεχνάω.
Είναι πάλι κάτι στιγμές...
Να όπως χθες βράδυ, που ξέμεινα κάτω στο σαλόνι μόνη αργά το βράδυ.
Οι υπόλοιποι είχαν όλοι κοιμηθεί.
Και σε θυμήθηκα.
Κι ένιωσα έντονα να μου λείπεις.
Κι εκεί μ'έπιασαν τα κλάμματα.
Γιατί πιο πολύ απ'την απόρριψη πονάει που ποτέ δεν μου εξήγησες.
Θυμάσαι που γελάγαμε για όσα θα είχαμε να θυμόμαστε στα γεράματά μας;
Θυμάσαι εκείνο το καλοκαίρι στη θάλασσα;
Θυμάσαι που ρίξαμε κατά λάθος πορτοκαλάδα αντί για λάδι στο φαγητό;
Θυμάσαι τα συνομωτικά βλέμματα στο τραπέζι όταν όλοι έτρωγαν δίχως να πάρουν τίποτα χαμπάρι;
Κι έπειτα όταν κάποιος είπε "δεν πήραμε καμμιά πορτοκαλάδα να πιούμε". που μας έπιασαν γέλια τρανταχτά και λέγαμε
" έχει... έχει μέσα... όλα τά'χει..."
Πόσες στιγμές μοιραστήκαμε αλήθεια!
Μικρά κορίτσια που μεγάλωσαν πρόωρα... βίαια κι έγιναν μανάδες όταν οι συνομήλικες τους παίζαν ακόμα με τις κούκλες.
Και μας πονούσε αυτό θυμάσαι;
Μας πονούσε που δεν βιώσαμε όσα έπρεπε στον καιρό τους.
Όμως έβρισκες πάντα τα θετικά.
Και προχωρούσες μ'εκείνη την γαλήνη που σε διέκρινε και που πάντα θαύμαζα.
Θυμάσαι που σου έλεγα πως η μόνη παρηγοριά όταν θα πεθάνει η μάνα μου είναι η σκέψη πως θά'χω εσένα!
Και να που σας έχασα και τις δυό!
Πάνε κιόλας δέκα χρόνια!
Ποιός να το πίστευε!
Κι είναι τόσο αβάσταχτη αυτή η μοναξιά!
Κι είναι τόσο αβάσταχτος τούτος ο πόνος!
Δεν ξέρω τί σου έκανα.
Δεν μ'άφησες ποτέ να μάθω, να ζητήσω συγνώμη βρε αδερφέ!
Είπες πως δεν ήμουν έτοιμη ν'ακούσω.
Θύμωσα πολύ μ'εκείνα τα λόγια.
Κι ακόμα δεν ξέρω...
Ό,τι κι αν ήταν σου ζητάω συγνώμη.
Σήμερα που σε θυμήθηκα.
Σήμερα που κλαίω για όσα ζήσαμε.
Σήμερα που κλαίω για όσα δεν θα μοιραστούμε πια.
ΣΥΓΝΩΜΗ....
ΜΟΥ ΛΕΙΠΕΙΣ!
Είναι πάλι κάτι στιγμές...
Να όπως χθες βράδυ, που ξέμεινα κάτω στο σαλόνι μόνη αργά το βράδυ.
Οι υπόλοιποι είχαν όλοι κοιμηθεί.
Και σε θυμήθηκα.
Κι ένιωσα έντονα να μου λείπεις.
Κι εκεί μ'έπιασαν τα κλάμματα.
Γιατί πιο πολύ απ'την απόρριψη πονάει που ποτέ δεν μου εξήγησες.
Θυμάσαι που γελάγαμε για όσα θα είχαμε να θυμόμαστε στα γεράματά μας;
Θυμάσαι εκείνο το καλοκαίρι στη θάλασσα;
Θυμάσαι που ρίξαμε κατά λάθος πορτοκαλάδα αντί για λάδι στο φαγητό;
Θυμάσαι τα συνομωτικά βλέμματα στο τραπέζι όταν όλοι έτρωγαν δίχως να πάρουν τίποτα χαμπάρι;
Κι έπειτα όταν κάποιος είπε "δεν πήραμε καμμιά πορτοκαλάδα να πιούμε". που μας έπιασαν γέλια τρανταχτά και λέγαμε
" έχει... έχει μέσα... όλα τά'χει..."
Πόσες στιγμές μοιραστήκαμε αλήθεια!
Μικρά κορίτσια που μεγάλωσαν πρόωρα... βίαια κι έγιναν μανάδες όταν οι συνομήλικες τους παίζαν ακόμα με τις κούκλες.
Και μας πονούσε αυτό θυμάσαι;
Μας πονούσε που δεν βιώσαμε όσα έπρεπε στον καιρό τους.
Όμως έβρισκες πάντα τα θετικά.
Και προχωρούσες μ'εκείνη την γαλήνη που σε διέκρινε και που πάντα θαύμαζα.
Θυμάσαι που σου έλεγα πως η μόνη παρηγοριά όταν θα πεθάνει η μάνα μου είναι η σκέψη πως θά'χω εσένα!
Και να που σας έχασα και τις δυό!
Πάνε κιόλας δέκα χρόνια!
Ποιός να το πίστευε!
Κι είναι τόσο αβάσταχτη αυτή η μοναξιά!
Κι είναι τόσο αβάσταχτος τούτος ο πόνος!
Δεν ξέρω τί σου έκανα.
Δεν μ'άφησες ποτέ να μάθω, να ζητήσω συγνώμη βρε αδερφέ!
Είπες πως δεν ήμουν έτοιμη ν'ακούσω.
Θύμωσα πολύ μ'εκείνα τα λόγια.
Κι ακόμα δεν ξέρω...
Ό,τι κι αν ήταν σου ζητάω συγνώμη.
Σήμερα που σε θυμήθηκα.
Σήμερα που κλαίω για όσα ζήσαμε.
Σήμερα που κλαίω για όσα δεν θα μοιραστούμε πια.
ΣΥΓΝΩΜΗ....
ΜΟΥ ΛΕΙΠΕΙΣ!