Τεστ.... τέστ.... τεστ...
Καθημερινά κάνω πρόβες.
Λέω στον εαυτό μου "σήμερα θα γυρίσεις σπίτι και θα είσαι ήρεμη και χαμογελαστή".
Εδώ δυο τινά πρέπει να συμβαίνουν ή δεν τον πείθω ή εγώ τα λέω κι εκείνος με γράφει κανονικά.
Γιατί ενώ για κάποιο περίεργο λόγο μέχρι να φύγω απ' τη δουλειά είμαι καλά ή τουλάχιστον "την ... παλεύω", μόλις παρκάρω το αυτοκίνητο και μπω σπίτι είναι σα να μεταλλάσσομαι από τη μια στιγμή στην άλλη σε κακιά μάγισσα.
Με τη σιγουριά πως "παίζω" πια στην έδρα μου ξεχνάω τις ασκήσεις υπομονής και εγκαρτέρησης κι αφήνω να ξεδιπλωθεί ο χειρότερός μου εαυτός.
Τα μάτια σκανάρουν τον περιβάλλοντα χώρο του σπιτιού και ξεκινά ο εξάψαλμος.
Για τα πιατοπότηρα που είναι παρατημένα στο σαλόνι, για τα παπούτσια που είναι πεταμένα, για το δωμάτιό τους που είναι αμάζευτο, για την τηλεόραση που παίζει δίχως να την παρακολουθεί κανείς η αν την παρακολουθεί ακόμα χειρότερα γιατί τότε "κανένα βιβλίο δεν ξέρουμε να ανοίξουμε μόνο τηλεόραση και υπολογιστή απ' το πρωί μέχρι το βράδυ" και τελειωμό δεν έχει..
Κι αφού κάνω ολόκληρο τζέρτζελο.. στο τέλος στενοχωριέμαι που τα στενοχωρώ και σκέφτομαι πως εκείνο που θα θυμούνται από μένα είναι η γκρίνια μου.. και ξαναστενοχωριέμαι μ' αυτή τη σκέψη.
Και υπόσχομαι στον εαυτό μου πως δεν θα το επαναλάβω.
Πως θα αλλάξω.
Πως θα κάνω τις παρατηρήσεις με γλύκα και ήπιο τόνο φωνής.
Σαν εκείνη την μανούλα που σκάει στα πόδια της το άσπρο καλτσομάνι των φυντανιών της που έχει μετατραπεί σε αυτοσχέδια μπάλα - και κατά συνέπεια σε μαύρη μαυρίλα - κι εκείνη χαμογελά γλυκά και τους την πετά πίσω για να συνεχίσουν να την κλωτσοβολούν στις λάσπες.
Όποτε βλέπω αυτή τη διαφήμιση σκέφτομαι το ίδιο πράγμα... "τί πίνει και δεν μας δίνει;"
Γιατί δεν μπορεί με κάτι χαπακώνεται η δικιά σου αλλιώς δεν εξηγείται..
Κι εν πάσει περιπτώσει καλά κάνει και πίνει, εμάς γιατί δεν μας λέει τί παίρνει να πάρουμε κι εμείς τα ίδια να τρώμε στη μάπα την σκατόκαλτσα και να χαμογελάμε ηλίθια;
Τεστ...τεστ...τεστ...
Καθημερινά κάνω πρόβες.
Λέω στον εαυτό μου "σήμερα θα γυρίσεις σπίτι και θα είσαι ήρεμη και χαμογελαστή".
Εδώ δυο τινά πρέπει να συμβαίνουν ή δεν τον πείθω ή εγώ τα λέω κι εκείνος με γράφει κανονικά.
Γιατί ενώ για κάποιο περίεργο λόγο μέχρι να φύγω απ' τη δουλειά είμαι καλά ή τουλάχιστον "την ... παλεύω", μόλις παρκάρω το αυτοκίνητο και μπω σπίτι είναι σα να μεταλλάσσομαι από τη μια στιγμή στην άλλη σε κακιά μάγισσα.
Με τη σιγουριά πως "παίζω" πια στην έδρα μου ξεχνάω τις ασκήσεις υπομονής και εγκαρτέρησης κι αφήνω να ξεδιπλωθεί ο χειρότερός μου εαυτός.
Τα μάτια σκανάρουν τον περιβάλλοντα χώρο του σπιτιού και ξεκινά ο εξάψαλμος.
Για τα πιατοπότηρα που είναι παρατημένα στο σαλόνι, για τα παπούτσια που είναι πεταμένα, για το δωμάτιό τους που είναι αμάζευτο, για την τηλεόραση που παίζει δίχως να την παρακολουθεί κανείς η αν την παρακολουθεί ακόμα χειρότερα γιατί τότε "κανένα βιβλίο δεν ξέρουμε να ανοίξουμε μόνο τηλεόραση και υπολογιστή απ' το πρωί μέχρι το βράδυ" και τελειωμό δεν έχει..
Κι αφού κάνω ολόκληρο τζέρτζελο.. στο τέλος στενοχωριέμαι που τα στενοχωρώ και σκέφτομαι πως εκείνο που θα θυμούνται από μένα είναι η γκρίνια μου.. και ξαναστενοχωριέμαι μ' αυτή τη σκέψη.
Και υπόσχομαι στον εαυτό μου πως δεν θα το επαναλάβω.
Πως θα αλλάξω.
Πως θα κάνω τις παρατηρήσεις με γλύκα και ήπιο τόνο φωνής.
Σαν εκείνη την μανούλα που σκάει στα πόδια της το άσπρο καλτσομάνι των φυντανιών της που έχει μετατραπεί σε αυτοσχέδια μπάλα - και κατά συνέπεια σε μαύρη μαυρίλα - κι εκείνη χαμογελά γλυκά και τους την πετά πίσω για να συνεχίσουν να την κλωτσοβολούν στις λάσπες.
Όποτε βλέπω αυτή τη διαφήμιση σκέφτομαι το ίδιο πράγμα... "τί πίνει και δεν μας δίνει;"
Γιατί δεν μπορεί με κάτι χαπακώνεται η δικιά σου αλλιώς δεν εξηγείται..
Κι εν πάσει περιπτώσει καλά κάνει και πίνει, εμάς γιατί δεν μας λέει τί παίρνει να πάρουμε κι εμείς τα ίδια να τρώμε στη μάπα την σκατόκαλτσα και να χαμογελάμε ηλίθια;
Τεστ...τεστ...τεστ...